«Το παιδί μου δεν τρώει αυτό που μαγειρεύω»

Η κύρια ανησυχία των μαμάδων στην Ελλάδα είναι ότι τα παιδιά τους δεν τρώνε αρκετά ή δεν τρώνε αυτό το οποίο πρέπει και συχνά αρνούνται να φάνε ότι τους μαγειρεύουν. Μερικές φορές οι μητέρες μαγειρεύουν δύο γεύματα, ένα για  τους ενήλικες της οικογένειας  και ένα για τα παιδιά. Τα γεύματα γίνονται ένας συνεχής αγώνας και αντικείμενο άγχους και διαμάχης,  όπου οι μητέρες κυνηγούν τα παιδιά τους για να φάνε «όπως πρέπει» και αρκετές  φορές συνεχίζουν να τα ταΐζουν μέχρι την ηλικία των 8 ετών.

Ακούγοντας όλες αυτές τις ιστορίες, το τάισμα των παιδιών φαίνεται να είναι για τους γονείς  μία δύσκολη διαδικασία, έτσι συχνά  αναγκάζονται  να ζητήσουν βοήθεια για την επίλυση αυτού του προβλήματος. Αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους τα παιδιά αρνούνται να φάνε και συχνά έχουμε διαφορετικά αίτια, που συμπίπτουν μαζί. Αυτό σημαίνει, ότι πριν περάσουμε σε λύσεις, θα πρέπει πρώτα  ν’ αναλύσουμε τι πραγματικά συμβαίνει. Μόνο τότε μπορούμε να είμαστε σε θέση να βελτιώσουμε την υγεία ενός παιδιού και την λειτουργία μιας οικογένειας.

 

Γιατί τα παιδιά δεν τρώνε αρκετά ή αρνούνται το φαγητό; 

 

1. Το παιδί μπορεί να μην πεινάει

 
α. Οι γονείς μπορεί να έχουν τεράστιες προσδοκίες για το τι πρέπει να φάει ένα παιδί

Οι γονείς έχουν συγκεκριμένες ιδέες για το τι πρέπει να τρώνε και πώς πρέπει να φαίνονται τα παιδιά τους. _ Τα μικρά παχουλά μωράκια με το πολύ λίπος στα μάγουλά, στην κοιλιά και στους μηρούς, θεωρούνται πρότυπο υγείας. Αλλά τίποτα δεν μπορεί να είναι πιο μακριά από την αλήθεια, όταν αυτά ξεπερνούν την ηλικία των 12 μηνών. Το υπερβολικό βάρος δεν αποτελεί έκφραση υγείας. Δεδομένου ότι τα μισά παιδιά στην Ελλάδα είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα, οι γονείς εύλογα έχουν μία λανθασμένη εντύπωση, όταν βλέπουν τα άλλα παιδιά. Αποτελεί μια θλιβερή πραγματικότητα το γεγονός, ότι πολλά από τα σημερινά παιδιά είναι απλώς υπερσιτισμένα και κυριολεκτικά ταλαιπωρημένα_ως προς το φαγητό. Ως εκ τούτου, τρώνε μόνο ό,τι τα ελκύει, καθώς και ότι είναι εύκολο να καταναλωθεί γρήγορα.

β. Τα παιδιά γευματίζουν πολύ συχνά

Παλαιότερα σέρβιραν το φαγητό σε συγκεκριμένες ώρες. Σήμερα όμως το φαγητό υπάρχει παντού. Τα παιδιά τρώνε όλη την ώρα και όταν έρχεται πλέον η ώρα του φαγητού, απλά δεν πεινάνε. Αντιδρούν χωρίς ενδιαφέρον σε ό,τι τους προσφέρεται και τρώνε δίχως όρεξη. Αυτό δεν δημιουργεί μια υγιή σχέση με το φαγητό.

γ. Οι γονείς ποτέ δεν περιμένουν μέχρι το παιδί να πεινάσει

Πολλές μητέρες ανησυχούν πως το παιδί τους μπορεί να μην τρώει αρκετά και συνεπώς το ταΐζουν συχνά και με οποιαδήποτε ευκαιρία. Αισθάνονται χαρούμενες και ήρεμες,  εάν τα παιδιά τους καταναλώσουν την ποσότητα, που εκείνες θεωρούν σωστή. Επιπλέον διακατέχονται από μια τάση να προστατεύσουν το παιδί τους από την δοκιμασία της πείνας. Όμως είναι πολύ υγιές για τα παιδιά να βιώνουν την αίσθηση της πείνας. Η πείνα μειώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη, η οποία παίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της παχυσαρκίας. Η πείνα αυξάνει την ευχαρίστηση όταν τρώμε. Η πείνα ενισχύει τη δύναμη της θέλησης, του κίνητρου και της αντοχής. Η πείνα μας καθοδηγεί να κάνουμε πιο υγιεινές επιλογές. Χωρίς την αίσθηση της πείνας η σχέση μας με το φαγητό διαταράσσεται. Τα παιδιά δεν μπορούν να ξεχωρίσουν αν αυτό που βιώνουν είναι πείνα, λύπη ή βαριεστημάρα. Η αδυναμία τους να μη νιώθουμε πείνα είναι το πρώτο σημάδι για την ανάπτυξη μίας χρόνιας διατροφικής πάθησης. Όταν δουλεύει κανείς με παχύσαρκα άτομα, η ανακάλυψη της πείνας είναι μία σημαντική στιγμή και ένα τεράστιο βήμα προς την υγεία.

Συμπέρασμα: Στην Ελλάδα υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα, όσον αφορά  την αντιμετώπιση του φαγητού, ειδικά ως προς τα παιδιά. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός, ότι η Ελλάδα είναι μια από τις ηγετικές χώρες  παγκόσμια σε σχέση με την  παιδική παχυσαρκία. Η δυσλειτουργικότητα εμφανίζεται συχνά από τις πρώτες ημέρες της ζωής ή κατά το πρώτο εξάμηνο. Όταν οι γονείς αντιλαμβάνονται ότι υπάρχει πρόβλημα, πλέον σε ηλικία 6 έως 8 ετών, υπάρχουν ήδη βαθιά ριζωμένες συμπεριφορές, που δεν αλλάζουν εύκολα. Σπανίως το πρόβλημα είναι, πως το παιδί δεν τρώει πράγματι αρκετά.

 

2. Το παιδί μπορεί να μη νιώθει καλά

 

Υπάρχουν και πολλοί άλλοι λόγοι, που τα παιδιά δεν έχουν καλή όρεξη. Δεν αισθάνονται καλά και το εκφράζουν με διαφορετικούς τρόπους. Το φαγητό είναι μόνο ένας εξ αυτών.

α. Πολλά φάρμακα δημιουργούν αδιαθεσία και ελλειμματική όρεξη

Τα παιδιά καταναλώνουν πολλά φάρμακα από τις πρώτες ημέρες της ζωής τους. Πολλές ασθένειες αντιμετωπίζονται φαρμακευτικά, ενώ μια επιμελημένη φυσική θεραπεία δύναται να επιφέρει το ίδιο αποτέλεσμα. Τα φάρμακα φαίνεται να επιλύουν τα προβλήματα πιο γρήγορα, αλλά αφήνουν τα ίχνη τους στη ζωτικότητα των παιδιών. Σχεδόν όλα τα φάρμακα μπορούν να επηρεάσουν την όρεξη και την ευρωστία. Ο σίδηρος είναι μια ουσία γνωστή για τη διατάραξη της λειτουργίας των εντέρων. Πολλοί γονείς μένουν έκπληκτοι διαπιστώνοντας,  ότι όλα τα σπρέι άσθματος μπορεί να δημιουργήσουν ναυτία, ζάλη και να επηρεάσουν την όρεξη ενός παιδιού. Τα ίδια επιφέρουν τα ρινικά αποσυμφορητικά και δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μέχρι την ηλικία των έξι έως και δώδεκα ετών, σύμφωνα με διαφορετικές επίσημες οδηγίες.

β. Μία διαταραγμένη εντερική χλωρίδα επηρεάζει την όρεξη, την ενέργεια και την συμπεριφορά

Όταν διαταράσσεται η χλωρίδα του εντέρου, τα παιδιά υποφέρουν συχνά από μια αδιαθεσία, που χαρακτηρίζεται ως έλλειψη όρεξης. Η σύνθεση της χλωρίδας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το είδος των τροφών που καταναλώνουν τα παιδιά. Εάν καταναλώνουν πολλά γλυκά, καλλιεργούν στα έντερά τους ορισμένα βακτήρια που παράγουν ορμόνες, οι οποίες προκαλούν μία λαχτάρα για γλυκά. Αυτό σημαίνει ότι η λαχτάρα για γλυκά, δεν είναι μόνο μια κακή συμπεριφορά του παιδιού. Είναι ένας πραγματικός εθισμός, που προκαλείται από τις εσωτερικές ορμόνες. Κατά συνέπεια ο τρόπος ζωής αλλάζει την σύνθεση της χλωρίδας του εντέρου, επηρεάζοντας έντονα την συμπεριφορά ενός παιδιού. Ακόμα και η κατάθλιψη αποδίδεται σε μια χαλασμένη χλωρίδα του εντέρου.

Η χλωρίδα μπορεί να διαταραχθεί από τα πολλά φάρμακα. Ειδικά τα αντιβιοτικά έχουν μακρά επίδραση στην χλωρίδα του εντέρου. Αλλά και τα αντιοξειδωτικά φάρμακα που χορηγούνται για το παλινδρόμηση του μωρού, μπορεί να αλλάξουν θεμελιωδώς τη χλωρίδα του εντέρου. Μπορεί μάλιστα η διαταραχή της χλωρίδας του εντέρου και η αιτία, που την διατάραξε, ν’ απέχουν μεταξύ τους  πολλούς μήνες.

Συμπέρασμα: Η βελτίωση της χλωρίδας του εντέρου θα πρέπει να αποτελεί βασική μέριμνα για τη διατροφή και είναι πιο σημαντική από το σωματικό βάρος.

γ. Τα παιδιά μπορεί να έχουν ελάχιστη σωματική δραστηριότητα και  πολύωρη παραμονή μπροστά σε οθόνες

Ο χρόνος μπροστά στην οθόνη εμποδίζει την ευημερία και αλλάζει την όρεξη. Με την έλλειψη σωματικής άσκησης τα παιδιά δεν πεινάνε, όπως παλαιότερα που είχαν _έντονες σωματικές προκλήσεις. Επιπλέον, ενώ περνάνε περισσότερο χρόνο μπροστά στην οθόνη, τα παιδιά καταναλώνουν περισσότερα σνακ. Κατά καιρούς, οι γονείς χρησιμοποιούν την οθόνη για να ταΐσουν τα παιδιά, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο την σύνδεση της οθόνης με το φαγητό.

Συμπέρασμα: Ο περιορισμός του χρόνου έκθεσης των παιδιών μπροστά στις οθόνες, αποτελεί μια αποτελεσματική μέθοδο για τη δημιουργία μιας πιο υγιούς σχέσης με το φαγητό.

δ. Στο παιδί δεν αρέσει η μυρωδιά και η γεύση του φαγητού

Τα παιδιά τα οποία μεγαλώνουν με πολλές επεξεργασμένες τροφές έχουν μια μη ανεπτυγμένη γευστική ικανότητα. Ακόμα και οι υποδοχείς της γλώσσας δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκώς. Όταν τα παιδιά εκφράζουν τη δυσαρέσκεια τους για ένα φαγητό με ένα δυνατό «μπλιαχ», τις περισσότερες φορές δεν το κάνουν για να δοκιμάσουν την υπομονή σας. Πραγματικά έτσι νιώθουν. Η καταστροφή της φυσικής γεύσης ξεκινάει από νωρίς στην ζωή του παιδιού. Από τα γαλακτοκομικά, το τσάι, τους χυμούς και τις κρέμες, που είναι όλα τους εμπλουτισμένα με πρόσθετα γλυκαντικά και συχνά με τεχνητή βανίλια. Έτσι τα παιδιά προσκολλώνται από πολύ νωρίς στα βιομηχανικά επεξεργασμένα τρόφιμα. Αυτό αποτελεί την απόλυτη έκφραση φτώχειας των γεύσεων. Τα παιδιά από πολύ πρώιμα εκπαιδεύονται μόνο σε γλυκές και αλμυρές γεύσεις. Οι άλλες βασικές γεύσεις, όπως οι ξινές και οι πικρές, δεν δοκιμάζονται σχεδόν καθόλου, πόσο μάλλον οι πιο περίπλοκες. Ποτέ δεν εξοικειώνονται με τις φυσικές γεύσεις των τροφών και επομένως τις απορρίπτουν. Ενώ τα μωρά μπορούν εύκολα να δοκιμάσουν πολλά πράγματα, τα παιδιά μεταξύ 4-8 ετών είναι συχνά εξαιρετικά συντηρητικά και αρνούνται να δοκιμάσουν οτιδήποτε το καινούργιο. Αυτό ονομάζεται νεοφοβία. Μερικές φορές, ήδη τα παιδιά νηπιακής ηλικίας τρώνε μόνο μακαρόνια ή τηγανιτές πατάτες, ενώ απορρίπτουν οτιδήποτε άλλο. Αυτές είναι σύντομες εξελικτικές φάσεις και δεν θα πρέπει να διαταράσσουν τους γονείς. Χρειάζεται λίγο φαντασία. Η λύση του πρόχειρου φαγητού («τουλάχιστον το παιδί έφαγε bake rolls») καλό είναι να αποφεύγεται.

Συμπέρασμα: Η εκπαίδευση της γεύσης είναι ένα πολύ σημαντικό μέρος της ανατροφής του παιδιού. Χρειάζεται χρόνο. Ειδικά όταν οι υποδοχείς γεύσης στη γλώσσα δεν αναπτύσσονται, πρέπει οι γονείς να είναι λίγο υπομονετικοί. Οι υποδοχείς σταδιακά αναπτύσσονται μετά από λίγους μήνες και τα παιδιά αρχίζουν να δοκιμάζουν πιο φυσικές γεύσεις.

ε. Η άρνηση για το φαγητό μπορεί να είναι έκφραση αυτονομίας

Όσο μεγαλώνουν τα παιδιά, αναπτύσσεται και η αυτονομία τους. Μια σημαντική ευκαιρία για να εκδηλώσουν  αυτήν την αυτονομία είναι η άρνηση του φαγητού. Πρόκειται για μία φυσική διαδικασία και μπορεί να αντιμετωπιστεί με χαμόγελο  και κατανόηση.

Όσο περισσότερο οι μητέρες ανησυχούν για την ποσότητα τροφής που καταναλώνουν τα παιδιά τους, τόσο μεγαλύτερη είναι η άρνηση του παιδιού για την τροφή. Έτσι ενισχύεται η αντιπαράθεση και από τις δύο πλευρές, ούτως ώστε η ώρα του φαγητού να καταλήγει σ’ ένα πεδίο μάχης. Οι μητέρες καταφεύγουν σε κάθε είδους κόλπα για να υπερνικήσουν την αντίσταση του παιδιού. Με αποτέλεσμα επίσης  το παιδί να προσπαθεί να κάνει τη ζωή της μητέρας του δύσκολη. Ζητώντας από τον θεραπευτή υποστήριξη, συνήθως  οι γονείς επιζητούν ένα πιο αποτελεσματικό όπλο να συντρίψουν την αυτονομία του παιδιού, αντί να την υποστηρίξουν.

Συμπέρασμα: Ένας αγώνας εξουσίας μπορεί να είναι ένας βασικός λόγος για την άρνηση του φαγητού. Η υπερβολική προσπάθεια αντιμετώπισης αυτής της κατάστασης καταστρέφει την οικογενειακή σχέση και δημιουργεί βιώματα στο παιδί τα οποία μπορούν, αργότερα στη ζωή του, να οδηγήσουν σε διατροφικές διαταραχές .

ζ. Τα παιδιά μπορεί να βιώνουν τα δικά τους προβλήματα

Όταν τα παιδιά αρνούνται να φάνε, αυτό  μπορεί να αποτελεί έκφραση μιας εσωτερικής πίεσης. Ξεκινώντας ήδη από τον παιδικό σταθμό, τα παιδιά ενδέχεται να εκφράσουν τα ψυχολογικά προβλήματά τους στην άρνησή για το φαγητό. Ειδικά όταν η συμπεριφορά του παιδιού αλλάζει απότομα, είναι σημαντικό να αναζητήσετε γεγονότα στο ευρύτερο περιβάλλον, που μπορεί να επιβαρύνουν ή και να βλάπτουν το παιδί.

η. Τα παιδιά ενδέχεται να αρνούνται το φαγητό λόγω οικογενειακής κληρονομιάς

Είναι ένα κοινό μοτίβο κατά το οποίο στους άνδρες αρέσει να καταναλώνουν κρέας καθημερινά. Απορρίπτοντας μία υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή, τα παιδιά υποστηρίζουν τον πατέρα τους και ακολουθούν το πρότυπό του. Αντίστοιχα, όταν ακολουθούν τη διατροφή της μητέρας, υποστηρίζουν την ίδια και την κληρονομιά της. Η κατανάλωση ορισμένων τροφών και η άρνηση όλων των άλλων είναι έκφραση των εσωτερικών οικογενειακών συγκρούσεων και καμία σχέση δεν έχει με το φαγητό ή την γεύση. Πολύ συχνά οι γιαγιάδες συμμετέχουν σ’ αυτούς τους εσωτερικούς οικογενειακούς αγώνες εξουσίας. Όλοι αυτοί οι αγώνες της οικογένειας είναι φυσιολογικοί. Απλά δεν θα έπρεπε να περιστρέφονται γύρω από το φαγητό.

θ. Οι διαφημίσεις, οι συνομήλικοι και η ο ομολογία στο φαγητό

Όλες οι διαφημίσεις σχετικά με το φαγητό συμφωνούν σ’ ένα σημείο: Το φαγητό είναι τρόπος ζωής και δέσμευσης. Ορισμένες τροφές και ποτά είναι της μόδας. Η διαφήμιση προσποιείται, ότι η κατανάλωση αυτών των προϊόντων θα δώσει χαρά, ζωή, ελευθερία, καταξίωση  ή οτιδήποτε άλλο ελκυστικό. Οι κοινωνικές ομάδες ακολουθούν τέτοια μηνύματα και έναν τέτοιο τρόπο κατανάλωσης. Ένα παιδί που προσπαθεί να ανήκει σε μια ομάδα, θα υιοθετήσει το αντίστοιχο μοντέλο κατανάλωσης.

Οι γονείς που προσπαθούν να παρέχουν στα παιδιά τους μια υγιεινή διατροφή και δεν θέλουν να τ’ αφήσουν στις επιταγές της «αγοράς» και της διατροφικής μόδας, θα πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψη. Η προσπάθεια να πείσουν τα παιδιά τους να τρώνε ένα συγκεκριμένο φαγητό, επειδή είναι υγιεινό, θα καταλήξει σε αποτυχία. Η  προτροπή «αυτό είναι καλό για την υγεία σου» δεν είναι καθόλου ελκυστική. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ανταγωνιστεί την χαρά ή την ελευθερία. Τα υγιεινά φαγητά χρειάζονται  ένα διαφορετικό είδος διαφήμισης, που να είναι έκφραση εξυπνάδας (σε αντίθεση με την ανοησία των ψευδών διαφημίσεων). Είναι κι αυτά νόστιμα, αν και χρειάζεται περισσότερη  προσπάθεια για να το ανακαλύψουν τα παιδιά. Είναι διασκεδαστικά και δημιουργικά. Είναι μια έκφραση της θέλησης να ζήσουμε μια καλή ζωή. Παρέχουν περισσότερη και ποιοτικότερη ενέργεια, ακόμη και από τα ενεργειακά ποτά. Το υγιεινό φαγητό παρέχει μια διαφορετική προσέγγιση στη ζωή, πιο συναρπαστική. Παρέχει  ποιότητα και ικανοποίηση. Η υγιεινή διατροφή είναι η ίδια η ποικιλομορφία της ζωής, κάτι πολύ πιο συναρπαστικό από το να γεμίσουμε απλά την κοιλιά μας.

Ίσως σας ενδιαφέρει